Δέν είναι λίγες οι φορές που απλοί άνθρωποι χαρακτηρίζουν τα Χριστούγεννα ως Πάσχα. Δεν κάνουν κάποιο λάθος, αλλά εκφράζουν το βαθύτερο νόημα της χριστιανικής εορτής η οποία ενώνει τα γεγονότα της εν Χριστώ οικονομίας και αναδεικνύει τη χαρά για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ένα είναι το μυστήριο του Χριστού[1] και μία κατά βάσιν είναι η εορτή, το γεγονός δηλαδή «της του Λόγου σαρκώσεως και της ημών θεώσεως»[2]. Η Ενσάρκωση του Λόγου αποτελεί την αρχή του λυτρωτικού έργου και το Πάσχα «πέρας της οικονομίας εστί. Πως δ’ αν εγένετο το πέρας, ει μη η αρχή καθηγήσατο; Τι τίνος εστίν αρχηγικώτερον; Η γέννησις δηλαδή της κατά το πάθος οικονομίας»[3]. Με απλούστερα λόγια οι δύο πυλώνες του λειτουργικού έτους, Χριστούγεννα και Πάσχα (κινητό και ακίνητο εορτολόγιο), είναι αλληλένδετοι, διότι εάν δεν εγεννάτο ο Χριστός δεν θα ανίστατο. Ο Χριστός «είναι ο Λόγος-Δημιουργός διά του οποίου έγιναν τα πάντα και είναι ο ίδιος επίσης που έρχεται να αναπλάσει τα πάντα στους έσχατους καιρούς… Τα Χριστούγεννα στην καρδιά του χειμώνα, είναι η στιγμή όπου το φως αρχίζει να θριαμβεύει πάνω στο σκοτάδι, πράγμα που συμβολίζει την εμφάνιση του ήλιου της δικαιοσύνης. Αντίθετα το Πάσχα, στην εαρινή ισημερία σημαίνει τον θρίαμβο του Χριστού διά της αναστάσεώς του»[4].
Την ως άνω αλήθεια του ενιαίου θεολογικά και ανθρωπολογικα χαρακτήρα
Χριστουγέννων και Πάσχα βιώνει η ορθοδόξως πιστεύουσα ψυχή και
καταγράφει τόσο η πατερική, όσο και η λειτουργική-υμνολογική μας
παράδοση. «Χριστούγεννα: Πάσχα, εορταζόμενο επί τρεις ημέρες»
σημειώνεται σε σλαβωνικά Τυπικά[5]. Τα πατερικά κείμενα επίσης
προβάλλουν ιδιαίτερα το γεγονός ότι το μυστήριο του σαρκωθέντος,
σταυρωθέντος και αναστάντος Χριστού είναι ένα. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος π.χ. γράφει ότι πανηγυρίζουμε κατά την εορτή των Θεοφανείων, δηλαδή των Γενεθλίων του Σωτήρος,
διότι εορτάζουμε «επιδημίαν Θεού προς ανθρώπους, ίνα προς Θεόν
ενδημήσωμεν η επανέλθωμεν». Η επάνοδος όμως στο παλαιό κάλλος, η εν
Χριστώ αναγέννησή μας προϋποθέτει και την απόθεση του παλαιού
ανθρώπου, τη συσταύρωση δηλαδή και συνανάσταση με το Χριστό· «Και ώσπερ
εν τω Αδάμ απεθάνομεν, ούτως εν Χριστώ ζήσωμεν, Χριστώ και
συγγεννώμενοι και συσταυρούμενοι και συνθαπτόμενοι και
συνανιστάμενοι»[6]. Ο Μέγας Αθανάσιος εξηγεί ότι τα σμύρνα που
δίδονται από τους Ποιμένες στον τεχθέντα Κύριο προσφέρονται «ως ανθρώπω
εις ενταφιασμόν»[7]. Ο μαθητής δε του ιερού Χρυσοστόμου Πρόκλος
επισημαίνει ότι ο «εν τη γαστρί της Παρθένου το ίδιον αυτού σώμα, ως
οίδεν, εαυτώ διαπλάσας, αυτός και εν τρισίν ημέραις, την λύσιν της ψυχής
αυτού από του ιδίου σώματος πάλιν ενώσας, την εαυτού ανάστασιν
έδειξε»[8].
Σε λειτουργικό καθαρά επίπεδο η προεόρτιος και μεθέορτος περίοδος των
Χριστουγέννων έχει ως πρότυπο την εορτή του Πάσχα που είναι
αρχαιότερη[9]. Μεγάλη Τεσσαρακοστή, Μεγάλη Εβδομάδα, Ακολουθία των Ωρών
και ύμνοι ανάλογοι με την εορτή αυτή. Από την εορτή των Εισοδίων της
Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου) ψάλλονται οι καταβασίες των Χριστουγέννων
«Χριστός γεννάται δοξάσατε» και το κοντάκιο «Η Παρθένος σήμερον τον
προαιώνιον Λόγον εν σπηλαίω έρχεται…». Από την 20ην Δεκεμβρίου αρχίζει η
Μεγάλη Εβδομάδα των Χριστουγέννων, οπότε και οι πιστοί προετοιμάζονται
εντατικότερα για να υποδεχθούν «το εν σπηλαίω μέγα μυστήριον»[10]. Οι
Τριώδιοι δε Κανόνες που ψάλλονται στα Απόδειπνα αυτών των ημερών
μιμούνται τα τριώδια των Όρθρων της Μεγάλης Εβδομάδος προ του Πάσχα· «Τω
την άβατον· κυμαινομένην θάλασσαν…», «Τω δόγματι τω τυραννικώ, οι όσιοι
τρεις Παίδες μη πεισθέντες…» κ.λπ. Κατά τον τύπον επίσης του δοξαστικού
Τροπαρίου «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…» της Θ΄ ώρας της Μ. Παρασκευής
δημιουργήθηκε το αντίστοιχο τροπάρο «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου…» της
Θ΄ ώρας κατά την παραμονή της 25ης Δεκεμβρίου[11].
Τροπάρια επίσης της Μεγάλης Εβδομάδος μας υπενθυμίζουν την άμεση σχέση ανάμεσα στα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Χαρακτηριστικά στον πρώτον ύμνο της Θ΄ ωδής του Αποδείπνου κατά την Μ. Τετάρτη Εσπέρας σημειώνεται· «Το μέγα μυστήριον, της σης ενανθρωπήσεως, επί του δείπνου, συνανακειμένου σου, τοις μύσταις φιλάνθρωπε, ανακαλύψας έφης· φάγετε άρτον τον ζωτικόν, πίστει πίετε το αίμα κενωθέν, της θεοπλεύρου σφαγής».
Ο εν λόγω ύμνος προβάλλει και αναδεικνύει τη μεγάλη αλήθεια ότι το μυστήριο της ενανθρωπήσεως τόσο ως γέννηση, όσο και ως σταύρωση και ανάσταση βιώνεται καθημερινά στη θεία Ευχαριστία. Σ’ αυτήν ανακεφαλαιώνεται όλο το μυστήριο της θείας οικονομίας και κατά την τέλεσή της μυσταγωγούμεθα, όπως γράφει ο ιερός Καβάσιλας, στο θαύμα της του Κυρίου ενανθρωπήσεως[12]. Μ’ αυτήν την έννοια η θεία Ευχαριστία-Λειτουργία είναι η κατ’ εξοχήν εορτή στην οποίαν εκφράζεται η χαρά της Εκκλησίας, η χαρά που εδράζεται στην αγάπη και τη φιλανθρωπία του Θεού, η χαρά που πηγάζει από την εορτή της δικής μας σωτηρίας κατά την οποίαν εορτάζουμε «μη τα της πλάσεως, αλλά τα της αναπλάσεως»[13].
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ τον Δεκέμβριο του 2013
[1]. Κολ. 4, 3.
[2]. Ιωαννου Δαμασκηνου, Λόγος εις το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου, PG 96, 676B.
[3]. Γρηγοριου Νυσσης, Λόγος εις την Γέννησιν του Χριστού (αμφιβαλ.), PG 46, 1148B.
[4]. J. Daniélou, Αγία Γραφή και Λειτουργία. Η βιβλική θεολογία των μυστηρίων και των εορτών κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, Αθήνα 1981, σσ. 308, 313-314.
[5]. Βλ. Ι. Μ. Φουντουλη, «Το Πάσχα των Χριστουγέννων», εν Ορθοδοξία, περ. Β΄. Έτος Δ΄, τεύχ. Δ΄, Οκτ.-Δεκ. 1997, σ. 482.
[6]. Γρηγοριου Θεολογου, Εις τα Θεοφάνεια, είτουν Γενέθλια του Σωτήρος, PG 36, 316A.
[7]. Μεγαλου Αθανασιου, Εις την Γέννησιν του Χριστού, PG 28, 972B.
[8]. Προκλου Κωνσταντινουπολεως, Λόγος ΙΓ΄, Εις το άγιον Πάσχα, PG 65, 792A.
[9]. π. Th. Hopko, Χειμωνιάτικη Πασχαλιά, εκδ. «Ακρίτας», Αθήνα 1994.
[10]. Στιχηρό Εσπερινού 20ης Δεκεμβρίου.
[11]. Ι. Μ. Φουντουλη, «Το Πάσχα των Χριστουγέννων», ο.π., σσ. 490-495. Του ιδιου, «Χριστούγεννα – Θεοφάνεια», εν Λειτουργικά Θέματα Δ΄, Θεσ/νίκη 1979, σσ. 9-21.
[12]. Νικολαου Καβασιλα, Εις την θείαν Λειτουργίαν, PG 150, 392D. Βλ. και Π. Ι. Σκαλτση, «Η θεία Λειτουργία: Συγκεφαλαίωση του μυστηρίου της εν Χριστώ οικονομίας», εν Ιστορία, Θεολογία και γλώσσα της θείας Λειτουργίας, Εισηγήσεις του Ετησίου Θεολογικού Συνεδρίο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου