Κυριακή 17 Ιουνίου 2018

ΧΑΡΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 14 -18 ΑΙΩΝΑ



Χάρτες του Αγίου Όρους

Όρους Άθω γης και θαλάσσης περίμετρον - Χαρτών μεταμορφώσεις

Από ένα μέγα πλήθος χαρτογραφικών απεικονίσεων και επεξεργασιών (πάνω από 800 εικόνες) διαφόρων τύπων και προελεύσεων που καλύπτουν μια χαρτογραφική περίοδο σχεδόν 17 αιώνων, καταγράφονται και αναλύονται ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά και πρότυπα, ενώ με την βοήθεια των σύγχρονων αναλυτικών ψηφιακών επεξεργασιών και των νέων τεχνολογιών, όπως πρωτοποριακά εφαρμόζονται στην Εθνική Χαρτοθήκη τα τελευταία χρόνια, γίνονται αποκαλυπτικές συγκρίσεις με τις σημερινές χαρτογραφικές απεικονίσεις. 
Το Όρος στους χάρτες Όρους Άθω γης και θαλάσσης περίμετρον ή με άλλα λόγια, Χάρτες του Όρους Άθω και μάλιστα μεταμορφούμενοι. Είναι μια αφιερωματική έκδοση της Εθνικής Χαρτοθήκης με την οποία επιχειρείται, για πρώτη φορά, μια καθαρά χαρτογραφική προσέγγιση και περιήγηση του Άθω μέσα από τις απεικονίσεις του σε χάρτες. Μια διαχρονική δια των χαρτών αιώρηση στο Άγιο Όρος, μια περιπλάνηση στις γεωγραφικές απεικονίσεις, ανά τους αιώνες και τους χάρτες στη σπουδαία αυτή νήσο όχι μόνο του «γεωγραφικού», αλλά και του «νοητού» και «ηθικού» μας. Από εκεί πέρασε ο ασιάτης βασιλιάς για να κατέβει στο νότο της Ελλάδας, χωρίζοντας με διώρυγα τον αθωνικό δάκτυλο και κάνοντάς τον πάλι «νησί» όπως πιστεύει ότι ήταν τέτοιο ο αναγεννησιακός νησολόγος, πριν κάποιον μεγάλο αρχαίο σεισμό που τον ξαναένωσε με τη μακεδονική ξηρά. Εκεί εγκαταστάθηκαν σε μοναδική παγκόσμια πολιτεία οι μοναχοί, εκεί ταξίδευσαν και χαρτογράφησαν τα μεγάλα ονόματα των χαρτογράφων της παγκόσμιας γεωγραφίας των ηπείρων, των νήσων και των θαλασσών.

Περιεχόμενα

ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ, ΚΤΗΤΩΡ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ




Όσιος Γρηγόριος ο Ησυχαστής (+1406)
Όσιος Γρηγόριος ο Ησυχαστής (+1406), κτίτορας της Μονής του Αγίου Νικολάου, της νυν επονομαζομένης του «Οσίου Γρηγορίου» Αγίου Όρους - 7 Δεκεμβρίου

Ο Όσιος Γρηγόριος ο Ησυχαστής ή ο Σιωπών ή ο Νέος Σιναΐτης, ο από Συριανών, κατά την αγιορείτικη παράδοση και τους σλαβικούς συναξαριστές, καταγόταν από τη Σερβία. Γεννήθηκε στις αρχές του 14ου αιώνα. Υπήρξε μαθητής των άγιων Γρηγορίου του Σιναΐτη, Ρωμύλου της Ραβάνιτσας, του οποίου τον βίο έγραψε, και του μακαρίου Γέροντος Ιλαρίωνος
Ασκήθηκε στα Παρόρια, για τα όποια γράφει: «Ήλθα κι εγώ ο ελαχιστότατος των μοναχών από την Κωνσταντινούπολη σ' αυτόν τον τόπο, και ακούω για την ενάρετη ζωή και την τέλεια άσκηση τους, έκλινα το κεφάλι και υποτάχθηκα» (1350). Μετά από επιδρομή Αγαρηνών πηγαίνει στη Ζαγορά της Βουλγαρίας με τον Γέροντα του Ιλαρίωνα και στα Μελανά της Μεγίστης Λαύρας όπου συνάντησε τον άγιο Ρωμύλο.

 Κατέληξε στην ανάμεσα στις μονές Σιμωνόπετρας και Διονυσίου περιοχή, όπου κτίζει την ονομαστή μονή του Αγίου Νικολάου, τη σήμερα γνωστή με το όνομα του. Εκεί κοντά υπήρχαν τα κελλιά, όπου είχε ασκητεύσει ο όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης. Σε απόσταση ενός τετάρτου της ώρας από τη μονή σώζεται ακόμη το ασκητήριο του κτήτορος οσίου Γρηγορίου του Σιωπώντος.



Μετά τον θάνατο του Ιωάννη Ούγγλεση (1371), πήγε στη Σερβία καί έκτισε τη μονή Ζτρέλο προς τιμήν του Αγίου Νικολάου, πού αργότερα ονομάσθηκε του Γκόρνιακ. Εκεί μάλλον ο άνθρωπος του Θεού Γρηγόριος θαυματουργώντας εν ειρήνη ανεπαύθη. Στη μονή αυτή φυλάγονται τα άγια λείψανα του. Η μονή βρίσκεται στη βόρεια Σερβία, στην ήσυχη περιοχή Ζτρέλο του Μπρανίτσεβου Μλάβας, πάνω από το ποτάμι.


Σε σπήλαιο, πού πρώτα ασκήτεψε ο όσιος, υπάρχει ναός αφιερωμένος στον άγιο Νικόλαο και πιο κάτω άλλος ωραίος ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Τα λείψανα του οσίου μέχρι το 1761 αναφέρεται πώς βρίσκονταν στην αθωνική μονή Γρηγορίου και μετά από πυρκαϊά μεταφέρθηκαν στη μονή του Ζτρέλο. Στην περίοδο της τουρκοκρατίας μεταφέρθηκαν κατά καιρούς και λόγω αναγκών στις μονές Ορεσκόβιτσα, Βοϊλόβατς, Βανάτου και άλλες. Τεμάχιο τους δόθηκε το 1977 στη μονή του Οσίου Γρηγορίου.

Την ακολουθία του οσίου εξέδωσε ο μοναχός Βαρλαάμ Γρηγοριάτης από κώδικες της μονής. Η μνήμη του τιμάται στις 7 Δεκεμβρίου.


         Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Οι Άγιοι του Αγίου Όρους, Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη, 2007.

- Ὁ Τριαδικός Θεός + Ο ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ


Εφέτος στα κυριακάτικα πρωϊνά κηρύγματα, που θα διαβάζωνται στους Ιερούς Ναούς, θα προσπαθήσουμε με απλά λόγια να ερμηνεύσουμε τους στίχους της Δοξολογίας, που ψάλλουμε κάθε φορά στην ακολουθία του Όρθρου κατά την Κυριακή και τις άλλες εορτάσιμες ημέρες, αλλά την διαβάζουμε και στον καθημερινό Όρθρο και σε άλλες ιερές ακολουθίες.

Η Δοξολογία είναι συλλογή στίχων από την Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, σε μια ενότητα που ψάλλεται στο τέλος της ακολουθίας του Όρθρου. Και αν σκεφθή κανείς ότι η ακολουθία του Όρθρου ψάλλεται κάθε ημέρα περίπου κατά την ανατολή του ηλίου, τότε αντιλαμβάνεται ότι υμνείται ο Θεός που ανέτειλε το φως, και συγχρόνως παρακαλούμε τον Θεό να μας ευλογήση και να μας προστατεύση από κάθε κακό που θα παρουσιασθή την ημέρα αυτή. Έτσι, η Δοξολογία έχει μια εσωτερική ενότητα, που θα δούμε στα κηρύγματα κάθε Κυριακής του Καλοκαιριού.

Η Δοξολογία αρχίζει με την δοξολογία του Τριαδικού Θεού, ο Οποίος δημιούργησε και μας έδειξε το φως Του. Οι στίχοι είναι οι ακόλουθοι:

«Δόξα σοι τω δείξαντι το φως. Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία. Υμνούμέν σε, ευλογούμέν σε, προσκυνούμέν σε, δοξολογούμέν σε, ευχαριστούμέν σοι δια την μεγάλην σου δόξαν. Κύριε Βασιλεύ, επουράνιε Θεέ, Πάτερ Παντοκράτορ• Κύριε Υιέ μονογενές, Ιησού Χριστέ και Άγιον Πνεύμα».

Η μετάφραση των στίχων αυτών έχει ως εξής: «Σε σένα ανήκει η δόξα που έδειξες το φως. Ας δοξάζεται ο Θεός που κατοικεί στα ύψη του ουρανού, και ας έλθη στην γη η ειρήνη και στους ανθρώπους η ευδοκία, η ευαρέσκειά Του. Εσένα τον Θεό υμνούμε, ευλογούμε, προσκυνούμε, δοξολογούμε, ευχαριστούμε για την μεγάλη Σου δόξα. Κύριε Βασιλεύ, επουράνιε Θεέ, Πατέρα Πατοκράτορα, Κύριε μονογενή Υιέ και άγιον Πνεύμα».

Στους πρώτους αυτούς στίχους της Δοξολογίας βλέπουμε τρία σημεία.

«Η ΚΟΣΜΙΚΗ ΛΥΠΗ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΛΥΠΗ», ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ



  Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς με την θεολογική του εμπειρία μας αναπτύσσει την αναγκαιότητα της πνευματικής λύπης που μας οδηγεί στο Χριστό: «Όσοι αμαρτήσαμε χρειαζόμαστε αυτή τη λύπη και τη στεναχώρια για τα προηγούμενα αμαρτήματα μας και τις γονυκλισίες με μετάνοια, για να ακούσουμε ο καθένας μας μυστικά όπως ο παράλυτος: ««Έχε θάρρος παιδί μου»», και αφού πάρουμε τη συγχώρεση να μεταστρέψουμε τη λύπη μας σε χαρά. Αυτή η λύπη είναι το πνευματικό μέλι που το θηλάζουμε από πέτρα στερεά όπως αναφέρεται προφητικά στην Παλαιά Διαθήκη: «« Θήλασαν μέλι από πέτρα»» (Δευτ. 32, 13), ενώ ο Απόστολος Παύλος λέει: «« Η πέτρα αυτή είναι ο Χριστός»» (Β΄ Κορ. 7, 10). Μη θαυμάζετε επειδή αποκάλεσα αυτή τη λύπη μέλι, γιατί αυτή είναι που προκαλεί τη σταθερή μετάνοια για τη σωτηρία, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο. Σε αυτόν που έχει τραυματισμένη τη γλώσσα του το μέλι που θα του δώσουμε θα του φανεί πικρό, ενώ όταν θεραπευτεί το τραύμα του θα αισθανθεί τη γλύκα του μελιού. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο φόβος του Θεού που εμφανίζεται στις ευσεβείς ψυχές από το Ευαγγελικό κήρυγμα τους προκαλεί λύπη, όταν ακόμα έχουν τα τραύματα της αμαρτίας. Όταν, όμως, θεραπευτούν με τη μετάνοια τότε αντιλαμβάνονται την Ευαγγελική χαρά σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου μας: «Η λύπη σας θα μεταβληθεί σε χαρά».
Όλοι μας κατηγορούμε τους εαυτούς μας όταν αμαρτάνουμε και κανέναν άλλο. Ο Άδαμ όταν παράκουσε στην εντολή του Θεού δεν ωφελήθηκε με τη μετάθεση της αιτίας της παρακοής του στην Εύα, ούτε και η Εύα με τη μετάθεση στο πονηρό πνεύμα. Γιατί εμείς αφού δημιουργηθήκαμε από το Θεό αυτεξούσιοι και δεχθήκαμε μέσα μας το ηγεμονικό πνεύμα της ψυχής το οποίο μας προστατεύει με εξουσιαστική δύναμη κατά των παθών, δεν έχουμε κανένα που να κυριαρχεί επάνω μας και να μας εκβιάζει. Αυτή λοιπόν, είναι η κατά Θεόν και σωτηριώδης λύπη, το να κατηγορούμε τους εαυτούς μας και όχι κανένα άλλον για όσα λάθη πράξαμε στη ζωή μας. Να λυπούμαστε εναντίον του εαυτού μας και να ζητούμε συγχώρεση από τον Θεό με την εξομολόγηση των αμαρτημάτων μας και την λυπηρή κατάνυξη. Η ζωή μας περνάει σχεδόν ολόκληρη μέσα σε αμαρτίες αδελφοί, και πρέπει να διαλέξουμε αυτή τη σωτήρια λύπη και τη ζωή της μετάνοιας. Αν δεν το κάνουμε θα κατακριθούμε την ημέρα της κρίσεως γιατί δεν μετανοήσαμε με τα όσα είπε και έκανε ο Χριστός για μας.

«Ανιστορούμεν έργω και λόγω»Μητροπολίτης Καστορίας Σεραφείμ


Κεντρίζει και πάλι η σημερινή Κυριακή, η πρώτη των Αγίων Νηστειών, το ενδιαφέρον μας και τη μνήμη μας. Ζωντανεύει ενώπιόν μας τις ηρωικές μορφές των Αγίων της πίστεώς μας, που διαχρονικά, τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όσο και στην εποχή της χάριτος, «δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων»1.
Γίνεται, ακόμη, αφορμή υπενθυμίσεως στον καθένα μας της αυτοσυνειδησίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, δηλαδή την επίγνωση που πρέπει να έχουμε και τη βαθιά συναίσθηση και την ακριβή γνώση για το τι και πως πιστεύουμε. Γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το διδασκαλείο που έχει το Νυμφίο ως μόνο διδάσκαλο2.
kastorias1
Σ αὐτήν υπάρχει ολόκληρη η αποστολική και αληθινά ορθόδοξη παράδοση και «θεία ομολογία … αχράντως πεφυλαγμένη»3. Είναι το «αληθινόν και ακαπήλευτον ιατρείον» κατά την έκφραση του Αγίου Κυρίλλου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας4.
Είναι η μοναδική Εκκλησία, γιατί δεν υπάρχουν άλλες Εκκλησίες. Δεν αναζητεί την αλήθεια, ούτε έχει έλλειμα αληθείας, αλλά την κατέχει ολόκληρη και τη διαφυλάττει ως κόρην οφθαλμού μέχρι σήμερα. Δεν αλλάζει ανάλογα με τους καιρούς και τα διάφορα ρεύματα (ιδεολογίες, φιλοσοφίες, κοινωνικά μοτίβα και πολιτικά σχήματα). Συνεχίζει να προσφέρει ανόθευτη τη μαρτυρία του Χριστού, των Αποστόλων και των θεοφόρων Πατέρων.
Τα δόγματά της δεν είναι αυθαίρετες ανθρώπινες φιλοσοφικές η κοινωνιολογικές διατυπώσεις, αλλά εμπειρία των θεοπνεύστων Προφητών, των θεοκηρύκων Αποστόλων, των πνευματοφόρων Πατέρων, των καλλινίκων Μαρτύρων, των θεοφόρων Οσίων, των Δικαίων και πάντων των Αγίων της αμωμήτου πίστεώς μας, που έρχεται ως αποτέλεσμα του φωτισμού της χάριτος του Θεού.

Πάντα να ταπεινώνεσαι και, έτσι, θα είσαι ικανοποιημένος με ό,τι σου δίνεται στην ζωή. Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης






1

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Ένας κυνηγός, αγαπούσε πολύ να περιφέρεται στα δάση και τους κάμπους για κυνήγι. Κάποια ημέρα, κυνηγώντας για πολλή ώρα, ανέβαινε σ’ ένα ψηλό βουνό κι επειδή κουράστηκε, κάθισε σε μια μεγάλη πέτρα. Βλέποντας ένα σμήνος από πουλιά να πετά από την μία κορυφή στην άλλη, σκέφτηκε: «Γιατί ο Θεός δεν έβαλε φτερά στον άνθρωπο, για να μπορεί να πετάει;».

Εκείνη την ώρα, από τον ίδιο τόπο περνούσε ένας ταπεινός ερημίτης και γνωρίζοντας τις σκέψεις του κυνηγού, του είπε: «Συλλογίζεσαι, γιατί ο Θεός δεν σου έδωσε φτερά. Αλλά, αν σου δώσει φτερά, πάλι δεν θα είσαι ευχαριστημένος και θα πεις: ‘‘Τα φτερά μου, είναι αδύνατα. Και μ’ αυτά δεν μπορώ να πετάξω ως τον ουρανό για να δω τί υπάρχει εκεί!’’. Και αν σου δοθούν τέτοια δυνατά φτερά, που να μπορέσεις να ανεβείς ως τον ουρανό, και τότε θα είσαι ανικανοποίητος και θα πεις: ‘‘Δεν καταλαβαίνω τί γίνεται εδώ!’’. Και αν σου δοθεί να καταλάβεις, τότε, και πάλι δεν θα είσαι ευχαριστημένος, και θα πεις: ‘‘Γιατί εγώ δεν είμαι άγγελος;’’. Και αν γίνεις άγγελος, τότε, και πάλι θα είσαι δυσαρεστημένος, και θα πεις: ‘‘Γιατί δεν είμαι Χερουβείμ;’’. Και αν γίνεις Χερουβείμ, τότε, θα πεις: ‘‘Γιατί ο Θεός δεν μ’ αφήνει να κυβερνώ τον ουρανό;’’. Και αν σου δοθεί να κυβερνάς τον ουρανό, ακόμη και τότε δεν θα ευχαριστηθείς και, σαν κάποιον άλλον, θα ζητήσεις ‘‘περισσότερα’’. Γι’ αυτό, πάντα να ταπεινώνεσαι και, έτσι, θα είσαι ικανοποιημένος με ό,τι σου δίνεται στην ζωή και τότε θα ζεις με τον Θεό».

Ο κυνηγός είδε ότι ο ερημίτης είπε την αλήθεια και ευχαρίστησε τον Θεό, επειδή του έστειλε τον μοναχό, για να τον συνετίσει και να τον διδάξει την οδό της ταπεινώσεως…

Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ): «Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», α΄ μέρος, κεφ. στ΄ («Τα είδη της φαντασίας και ο αγώνας εναντίον της»), σελ. 210–211, 10η έκδοση, Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 2003.
holySpirit_dove

Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης

Η γκρίνια φέρνει γκρίνια και η κακομοιριά φέρνει κακομοιριά. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος. Ενώ , όποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία.Η γκρίνια γεννά γκρίνια και η δοξολογία γεννά δοξολογία.  Ο γκρινιάρης, όσες ευλογίες κι αν του δώση ο Θεός, δεν τις αναγνωρίζει.Η γκρίνια έχει κατάρα. Γι’ αυτό απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και τον πλησιάζει ο πειρασμός ,τον κυνηγάει συνέχεια ο πειρασμός και του φέρνει όλο αναποδιές, ενώ τον ευγνώμονα τον κυνηγάει ο Θεός με τις ευλογίες Του…Όποιος εμπιστεύεται στον Θεό, σπέρνει δοξολογία και δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία…Ο άνθρωπος, όταν έχη ευγνωμοσύνη, με όλα είναι ευχαριστημένος.

Σκέφτεται τί του δίνει ο Θεός κάθε μέρα και χαίρεται τα πάντα. Όταν όμως είναι αχάριστος, με τίποτε δεν είναι ευχαριστημένος γκρινιάζει και βασανίζεται με όλα. Αν, ας πούμε, δεν εκτιμάη την λιακάδα και γκρινιάζει, έρχεται ο Βαρδάρης και τον παγώνει. Δεν θέλει την λιακάδα θέλει το τουρτούρισμα που προκαλεί ο Βαρδάρης.

Η ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ.Ἀρχ/του Παύλου Ντανᾶ ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΟΣ


Συχνά – πυκνά στήν ζωή μας ἀπελπιζόμαστε, τά χάνουμε καί νομίζουμε ὅτι δέν κάνουμε τίποτα.
Ἐν τῷ μεταξύ καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ζοῦμε εἶναι ὑποτονικός. Ξεκινάει ἀπ’ τήν διατροφή -πού θέλουμε νά εἶναι “light”, “0%,,- μέχρι καί τά θεάματα, τά ἀκούσματα, τήν διασκέδαση, τήν ἐνδυμασία, τήν φιλία, τόν τρόπο συμπεριφορᾶς μας. Ἐπικρατεῖ γενικά μία κουφότητα καί ἐλαφρότητα.
Ἀλλά καί στήν πνευματική μας ζωή, μᾶς καταλαμβάνει μία χαλαρότητα καί ραθυμία. Δέν θέλουμε νά κουραστοῦμε, νά  κακοπαθήσουμε, νά κάνουμε τίς λίγες μετάνοιες, νά ἐπιμείνουμε στήν προσευχή, νά ἐμβαθύνουμε στό λόγο τοῦ Θεοῦ, νά πᾶμε νωρίς τό πρωί στήν ἐκκλησία, νά συμπάσχουμε στόν πόνο τοῦ ἄλλου, μέ ἀποτέλεσμα νά αἰσθανόμαστε ἕνα συναισθηματικό κενό. Κι ὅταν μᾶς ἔρχονται πειρασμοί, τά χάνουμε καί ὀλιγοπιστοῦμε. Μᾶς διακατέχει μία προχειρότητα.
Ἓνας νέος ὁμολόγησε: «Δέν αἰσθάνομαι τίποτα. Ἔχω μία ἀπέραντη θλίψη. Δέν μέ ἱκανοποιεῖ τίποτα. Μέ ἐνδιαφέρει μόνο ὁ ἑαυτός μου καί πῶς θά τόν τελειοποιήσω ἐξωτερικά».
Γιατί ἄραγε αἰσθανόμαστε ἔτσι;
Ὁ βασικότερος λόγος εἶναι γιατί ἔχουμε ἐπηρεασθεῖ ἀπό:
α)  Τό  μηδενιστικό πνεῦμα, πού ἀρνεῖται ὅλες τίς παραδεδεγμένες ἀξίες.
β) Τόν σκεπτικισμό, πού θέτει σέ ἀμφισβήτηση τήν αὐθεντικότητα καί τήν ἰσχύ τῶν
     γενικῶς παραδεκτῶν ἀληθειῶν, καί      
γ)  Τόν ὀρθολογισμό, δηλαδή τήν θεοποίηση τῆς λογικῆς.

Πῶς θά ἀντιμετωπίσουμε τήν ὅλη νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας;

1)  Νά μήν λησμονοῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι «Ἀγάπη». Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός λέει:
«Πολλά ὀνόματα ἔχει ὁ Θεός, ἀδερφοί μου. Τό κύριο ὄνομα τοῦ Θεοῦ μας εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἁγία Τριάς εἶναι, Πατήρ, Ὑιός καί Ἅγιον Πνεῦμα, μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ἕνας Θεός. Πρέπει πρῶτον νά ἀγαπῶμεν τόν Θεό, ἀδερφοί μου, διατί μᾶς ἔδωσε τόσο μεγάλην γῆ καί κατοικοῦμεν τόσες χιλιάδες ἄνθρωποι, χορτάρια, βρῦσες, ποταμούς, θάλασσαν, ψάρια, ἀέρα, νύκτα καί ἡμέραν, οὐρανόν, ἄστρα, ἥλιον, φεγγάριον. Μᾶς ἔκανε ἀνθρώπους καί ὄχι ζῶα˙ μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς χριστιανούς καί ὄχι αἱρετικούς».
2)  «Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἐξηγεῖ γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει τούς πειρασμούς:
  α) Στούς ἀγωνιστές, γιά νά αὐξήσουν τόν πνευματικό τους πλοῦτο.
  β) Στούς ἀμελεῖς, γιά νά προφυλαχθοῦν ἀπ’ τίς πτῶσεις τους.
  γ) Στούς κοιμωμένους, γιά νά ξυπνήσουν.
  δ) Στούς μακράν τοῦ Θεοῦ, γιά νά πλησιάσουν τόν Θεό, καί
  ε) Στούς φίλους Του, γιά νά ἔχουν παρρησία στό Θεό.
 Ἔτσι, ὁ Θεός, μέ πικρά φάρμακα δίνει τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς στούς Χριστιανούς».
Εἶναι ἀναπόφευκτοι οἱ πειρασμοί στήν ζωή μας. Μέχρι νά μᾶς σκεπάσει ἡ πλάκα τοῦ τάφου θά ἔχουμε πειρασμούς καί δοκιμασίες. Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπομένει τούς πειρασμούς. Ἐάν δέν εἴχαμε πειρασμούς, εὔκολα θά ξεχνούσαμε τό Θεό, θά πέφταμε στήν ὑπερηφάνεια, θά γινόμασταν σκληροί στούς ἄλλους.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι εἶναι ἀναγκαῖες οἱ θλίψεις στή ζωή μας, γιατί ἀποτελοῦν τήν καλύτερη γέφυρα πού μᾶς ὁδηγεῖ στόν Παράδεισο.
3)  Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος μᾶς παρακινεῖ:
«Ἄς φροντίσουμε, λοιπόν, νά εὐχαριστοῦμε γιά ὅλα τόν Θεό καί νά ὑπομένουμε μέ γενναιότητα ὅλα ὅσα δυσάρεστα μᾶς συμβαίνουν. Ὅταν, λοιπόν, εἴμαστε φτωχοί, ὅταν εἴμαστε ἄρρωστοι, ἄς Τόν εὐχαριστοῦμε˙ ὅταν συκοφαντούμαστε, ἄς Τόν εὐχαριστοῦμε˙ ὅταν μᾶς κακομεταχειρίζονται, αὐτό μᾶς πλησιάζει κοντά στό Θεό˙ τότε καί τόν Θεό Τόν ἔχουμε ὀφειλέτη˙ ἐφόσον εἴμαστε ἀδικημένοι, ὀφείλει Ἐκεῖνος νά ἀναλάβει τήν ὑπεράσπισή μας.
Ἡ ἀνάμνηση τῶν εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ θά εἶναι ἀρκετή, γιά νά μή μᾶς ἀφήσει ποτέ νά πέσουμε σέ πνευματική ἀδιαφορία καί ἀπελπισία».
4) Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε:
«Τό ‘’Δόξα σοί ὁ Θεός’’ νά μή λείπει ποτέ ἀπό τά χείλη σας. Ἐγώ, ὅταν πονάω, τό ‘’Δόξα σοί ὁ Θεός’’ ἔχω γιά χάπι τοῦ πόνου∙ τίποτε ἄλλο δέν μέ πιάνει. Τό ‘’Δόξα σοί ὁ Θεός’’ εἶναι ἀνώτερο καί ἀπό τό ‘’Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με’’».
Ἔλεγε ὁ Παπα-Τύχων: «Τό “Κύριε ἐλέησον” ἔχει ἑκατό δραχμές, τό “Δόξα σοί ὁ Θεός” ἔχει χίλιες δραχμές∙ εἶναι δηλαδή πολύ πιό ἀκριβό».
«Ὁ Παπα-Τύχων εἶχε φθάσει στόν χῶρο τῆς δοξολογίας, καί ἀντί γιά τήν εὐχή εἶχε τήν δοξολογία. Συνέχεια ἄκουγε κανείς ἀπό τό στόμα του τό ‘’Δόξα σοί ὁ Θεός, δόξα σοί ὁ Θεός’’, καί ὅλες σχεδόν οἱ ἡμέρες τοῦ χρόνου ἦταν γι’ αὐτόν Διακαινήσιμες, ἀφοῦ ζοῦσε πάντα τήν πασχαλινή χαρά».
5)  Στό περιοδικό «Τά Κρίνα» (τεῦχος 348, Ἰανουάριος 2016), γράφει τά ἑξῆς:

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΛΟΓΟΙ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟΙ ΔΥΟ ΠΕΡΙ ΕΚΠΟΡΕΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ



ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ. (σελ. 68) Προλ. Παλιν ο δεινος και αρχεκακος οφις, την εαυτου κεφαλην καθ’ ημων διαιρων, υποψιθυριζει τα της αληθειας αντιθετα. Μαλλον δε την μεν κεφαλην τω του Χριστου σταυρω συντριβεις, των δε κατα γενεας πειθομενων ταις απολουμεναις υποθηκαις αυτου κεφαλην εαυτου ποιουμενος εκαστον και ουτω πολλας αντι μιας κατα την υδραν αναδους κεφαλας, δι’ αυτων αδικιαν εις το υψος λαλων ουκ ανιησιν. Ουτως Αρειους, ουτως Απολιναριους, ουτως Ευνομιους και Μακεδονιους, ουτω πλειστους ετερους προσαρμοσαμενος τω αυτου προσφυντας ολκω, δια της εκεινων γλωττης τον οικειον κατα της ιερας Εκκλησιας επαφηκεν ιον, αντ’ οδοντων ιδιων τοις εκεινων λογοις χρησαμενος και περιπειρας τουτους τη της ευσεβειας αρχη, οιον τινι ριζη νεαρως καλον τεθηλοτος φυτου και καρποις ωραιοτατοις βριθοντος, ου μην τουτω και λυμηνασθαι ισχυσε˙ και γαρ υπ’ αυτων των δηχθεντων αυθις συνετριβη τας μυλας, υπο των ως αληθως κεφαλην εαυτων ποιησαμενων Χριστον. Ουτος τοινυν ο νοητος και δια τουτο μαλλον επαρατος οφις, το πρωτον και μεσον και τελευταιον κακον, ο πονηρος και την χαμερπη και γηΐνην πονηριαν αει σιτουμενος, ο της πτερνης, δηλαδη της απατης, επιτηρητης ακαματος, ο προς πασαν θεοστυγη δοξαν ποριμωτατος σοφιστης και αμηχανως ευμηχανος, μηδαμως επιλελησμενος της οικιας κακοτεχνιας, δια των αυτω πειθηνιων Λατινων περι Θεου καινας εισφερει φωνας, (σελ. 70) μικραν μεν δοκουσας εχειν υπαλλαγην, μεγαλων δε κακων αφορμας και πολλα και δεινα φερουσας, της ευσεβειας εκφυλα τε και ατοπα, και τοις πασι φανερως δεικνυσας, ως ου μικρον εν τοις περι Θεου το παραμικρον. Ει γαρ εφ’ εκαστου των καθ’ ημας οντων ενος ατοπου την αρχην δοθεντος πολλα τα ατοπα γινεται, πως ου μαλλον επι της κοινης απαντων αρχης και των κατ’ αυτην οιον αναποδεικτων αρχων ενος αηθους δοθεντος ουκ ευσεβως πολλα γενησεται παρα τουτο τα ατοπηματα; Προς α και φανερως το Λατινων γενος εκπεπτωκασιν αν, ει μη παρ’ ημων αντιλεγοντων τη καινοφωνια του δογματος της κακοδοξιας το πλειστον περιηρειτο. Και γαρ επι τοσουτον εστιν οτε συστελλονται ως και διανοιας ημιν ειναι της αυτης λεγειν, διαφωνουντας τοις ρημασι, σφων αυτων υπ’ αποριας καταψευδομενοι. Ημων γαρ ουχι και εκ της υποστασεως του Υιου λεγοντων ειναι την του αγιου Πνευματος υπαρξιν, εκεινων δε και εκ της του Υιου, των αδυνατων εις μιαν αμφοτερους συναγεσθαι εννοιαν˙ εις γαρ ο μονογενης και μια η του Πνευματος υπαρξις εστιν. Η γουν αποφασις τη καταφασει αει

Ο Θεός Πατέρας - ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ



Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανοῦ καί γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων.

Στο πρώτο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως ομολογούμε την πίστη μας στον  Ένα και Μοναδικό,  αληθινό Θεό. Ο Θεός μας είναι Ένας, αλλά και Τριαδικός, δηλαδή τρία πρόσωπα: ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Έτσι μας αποκαλύφθηκε επανειλημμένα, και στον καιρό της Παλαιάς Διαθήκης – όπως όταν εμφανίζεται στον Αβραάμ, με τη μορφή τριών Αγγέλων –  και στα χρόνια της Καινής Διαθήκης, που φανερώνεται πολύ καθαρότερα, όπως κατά τη βάπτιση του Χριστού.

Γι’ αυτό και κάθε προσευχή μας αρχίζει στο όνομα της Αγίας Τριάδας:

«Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος”

«Δόξα τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῶ καί τῷ Ἁγίω Πνεύματι»

«Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»

Στην Αγία Τριάδα προσευχόμαστε και την Αγία Τριάδα υμνούμε αντιστοίχως, όταν λέμε:

«Παναγία Τριάς, ἐλέησον ημάς…»

«Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς.»

Ο Θεός είναι Παντοκράτορας, δηλαδή κύριος και εξουσιαστής των πάντων, παντοδύναμος, πάνσοφος, παντογνώστης και «πανταχοῦ παρών», δηλαδή βρίσκεται παντού. Είναι αιώνιος, αναλλοίωτος, άγιος και δίκαιος και όλος Αγάπη. Και σαν Πατέρας μας πολυεύσπλαγχνος, οδηγεί κι εμάς στον αγιασμό και τη σωτηρία, μας κάνει δηλαδή ομοίους Του, εφόσον εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας σ’ Αυτόν.

Αυτές είναι μερικές από τις ιδιότητες, τα χαρακτηριστικά, θα λέγαμε, του Θεού. Μας αποκαλύφθηκε ο Ίδιος, διά του Υιού Του, του Ιησού Χριστού, για να μπορέσουμε να Τον γνωρίσουμε – όσο είναι δυνατό, γιατί ο Θεός είναι άπειρος και απρόσιτος κι εμείς ελάχιστοι – και να Τον αγαπήσουμε, ώστε ακολουθώντας Τον να σωθούμε στην Αιώνια Βασιλεία Του. Εξάλλου μ’ αυτές τις προδιαγραφές μάς δημιούργησε, «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν». Κάθε λοξοδρόμηση ή ανταρσία από το θέλημά Του, μόνο θλίψη και βάσανα μπορεί να μας φέρει, προσωρινά ή και παντοτινά.




Ο Θεός μας είναι επίσης ο Δημιουργός (Ποιητής) του ουρανού και της γης και όλου του κόσμου, όλων όσα βλέπουμε και όσα δεν βλέπουμε. Δημιούργησε τα πάντα από το μηδέν. Πρώτα έπλασε τον πνευματικό κόσμο, τους αγγέλους. Έπειτα ο Θεός, με τον Λόγο Του μόνο, δημιούργησε τον υλικό κόσμο και τελευταίο, με ιδιαίτερη φροντίδα, έπλασε τον άνθρωπο, έτσι ώστε να μετέχει του υλικού κόσμου με το φθαρτό σώμα του και του πνευματικού κόσμου με την άυλη και αθάνατη ψυχή του.

Ο Θεός δημιούργησε τα πάντα με σκοπιμότητα και τάξη και συνεχίζει να κυβερνά και να συντηρεί όλον τον κόσμο. Δεν παύει να φροντίζει και να προνοεί γι’ αυτόν και να τον οδηγεί στον προορισμό του, που είναι η επικράτηση της Βασιλείας Του, παρόλο που ο άνθρωπος, με την ανυπακοή του, απομακρύνθηκε από κοντά Του και διατάραξε έτσι και την αρμονία όλης της δημιουργίας.

Η «Φιλοξενία του Αβραάμ» είναι η συμβολική απεικόνιση της παρουσίας της Αγίας Τριάδας στην ορθόδοξη εικονογραφία.

Άκτιστη και κτιστή Εκκλησία Η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού και κοινωνία Θεώσεως Τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη





Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄.  Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.



Ο Υιός και Λόγος του Θεού με την ενανθρώπησή Του εισήλθε στην ιστορία, η θεία φύση ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση στην υπόστασή Του, ατρέπτως, αναλλοιώτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως, και μέσα στο Σώμα Του ενεργείται η σωτηρία του ανθρώπου. Ο άσαρκος Λόγος της Παλαιάς Διαθήκης σαρκούται, «ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάννης 1: 14).

 Η Εκκλησία υπήρχε και πριν την δημιουργία των αγγέλων και των ανθρώπων. Μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας, η Εκκλησία διασώζεται στα πρόσωπα των Πατριαρχών και των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης που έφθασαν μέχρι την όραση του Θεού. Στην Παλαιά Διαθήκη η Εκκλησία ήταν πνευματική, ενώ με την ενανθρώπιση του Χριστού γίνεται σαρκική, Σώμα Χριστού. Κέντρο τώρα της Εκκλησίας είναι αφ' ενός μεν η Θεία Ευχαριστία, κατά την οποία εσθίουμε και πίνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, αφ’ ετέρου δε όλη η εκκλησιαστική ζωή, ήτοι τα Μυστήρια, η προσευχή, τα δόγματα, η διδασκαλία.

Πτυχές αυτού του μυστηρίου της Εκκλησίας, ως Σώματος του Χριστού και ως κοινωνίας Θεώσεως, θα εντοπισθούν στην συνέχεια.

Η Εκκλησία είναι ένα μυστήριο και μόνον έτσι μπορεί να την προσεγγίσει κανείς. Δεν είναι μια ανθρώπινη οργάνωση, αλλά ο θεανθρώπινος οργανισμός. Εμείς γνωρίζουμε την Εκκλησία, κατά την διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, ως Σώμα Χριστού. Πέρα όμως από αυτό η Εκκλησία είναι η άκτιστη δόξα και Βασιλεία, όπου κατοικεί ο Θεός και καλούνται να κατοικήσουν μέσα σε αυτήν και οι φίλοι Του. Έτσι, η Εκκλησία είναι άκτιστη και κτιστή, η οποία όμως κτιστότητα δέχεται την άκτιστη Χάρη του Θεού.

Κατ’ αρχάς, η Εκκλησία είναι η άκτιστη δόξα του Θεού.

«Και προ της δημιουργίας υπήρχε η Εκκλησία η άκτιστη, ως κεκρυμμένη εν Θεώ βασιλεία και δόξα, στην οποία κατοικεί ο Θεός με τον Λόγο και το Άγιον Πνεύμα».

Στην περίπτωση αυτή η Εκκλησία είναι άκτιστη, δηλαδή είναι η άκτιστη δόξα του Τριαδικού Θεού, η άνω Ιερουσαλήμ, ως μητέρα πάντων ημών (Γαλ. δ', 26). Γι' αυτό και το πολίτευμά μας «εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιππισίους γ΄, 20) και, επομένως, όπως η Βασιλεία του Θεού, έτσι και η Εκκλησία «ουκ εστίν εκ του κόσμον τούτου» (Ιωάννης ιη', 36). Στην συνέχεια, δια τής ακτίστου αυτής δόξης του Τριαδικού Θεού, δημιουργήθηκε ο κόσμος, στον οποίο φανερώνεται η εν ουρανοίς άκτιστη Εκκλησία.

«Δια του βουλεύματος του Θεού εκτίσθησαν οι αιώνες και οι εν αυτοίς ουράνιες δυνάμεις και οι ασώματοι νόες ή άγγελοι, και στην συνέχεια ο χρόνος και ο εν αυτώ κόσμος, στον οποίο δημιουργήθηκε και ο άνθρωπος, συνδέοντας στον εαυτό του την νοερά ενέργεια των αγγέλων, με τον λόγο και το ανθρώπινο σώμα».

Γέρ. Εφραίμ Κατουνακιώτης: Ο ασκητής των μεγάλων αγώνων και των μυστικών αρετών Ανέστης Κεσελόπουλος, Καθηγητής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Αν κάποιος ζητούσε ένα βιογραφικό του παπα-Εφραίμ, αυτό δεν θα είχε να του προσφέρει ιδιαίτερα εντυπωσιακά γεγονότα. Ο Ευάγγελος Παπανικήτας, αυτό ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 1912, ανήμερα του Αγίου Νικολάου στο Αμπελοχώρι της Βοιωτίας. Στη Θήβα τελείωσε το Δημοτικό και το εξατάξιο Γυμνάσιο, ενώ το 1933 πήγε στο Άγιον Όρος στην Καλύβη του Αγίου Εφραίμ στα Κατουνάκια. Το 1934 παίρνει ρασοευχή, ενώ το 1935 έλαβε το Μεγάλο και Αγγελικό Σχήμα και ονομάστηκε Εφραίμ Μοναχός. Την επόμενη χρονιά χειροτονήθηκε Διάκος και Παπάς. Στην ίδια Καλύβη άφησε και την τελευταία του πνοή στις 14/27 Φεβρουάριου 1998[1].
Ωστόσο, αυτό που ήταν ο παπα-Εφραίμ δεν μπορεί να περιγραφεί και να προσδιοριστεί στα όρια οποιουδήποτε βιογραφικού σημειώματος. Μεγάλα γεγονότα που συνδέουν τη ζωή των Αγίων παραμένουν άρρητα και απερίγραπτα. Και όταν αποτυπώνονται και καταγράφονται στα Συναξάρια, που δεν εξιστορούν απλώς γεγονότα της ζωής τους, αλλά τα εκφράζουν και τα ερμηνεύουν, και τότε δεν περιγράφεται εκεί μια ιστορική συμβατικότητα, αλλά προσεγγίζεται η αλήθεια που κρύβεται πίσω από αυτήν. Οι Άγιοι υπάρχουν «ως έμψυχοι εικόνες της κατά Χριστόν πολιτείας» (Μ.Βασιλείου, Επιστολή, 1,3, PG 32,228c.)

Ο παπα-Εφραίμ είναι ένας από αυτούς, που με συνέπεια αγωνίστηκαν σε αυτή τη ζωή να γίνουν εικόνες έμψυχοι της κατά Χριστόν πολιτείας. Είναι ίσως ο τελευταίος αγιορείτης ησυχαστής του αιώνα και της χιλιετίας που πέρασε. Όπως και οι άλλοι γνωστοί Γέροντες των ημερών μας, αλλά και οι τόσες άγνωστες και αφανείς κατά κόσμον, οσιακές όμως μορφές εντός και εκτός Αγίου Όρους, πιστοποιούν πως είμαστε «συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού»(Εφεσ,2,19).
Η αγιότητα δεν αποτελεί πνευματική κατάσταση του παρελθόντος, ούτε και οι άγιοι απόμακρα όντα από την καθημερινή ζωή. Μόνο που χρειάζεται να έχουν τα κατάλληλα πνευματικά αισθητήρια όσοι τους πλησιάζουν, για να μπορέσουν να κατανοήσουν το βάθος των πραγμάτων και τις αληθινές διαστάσεις της ζωής τους, η οποία όντως «κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ»(Κολ,3,3).
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό των πραγματικών αγίων είναι ότι κρύβουν τις όποιες αρετές τους από τα μάτια των ανθρώπων. Από τον κανόνα αυτό δεν εξαιρείται ο παπα-Εφραίμ. Αγωνίστηκε να διαφύγει της προσοχής των ανθρώπων, όχι μόνο με την απλότητα και τη γνησιότητα του χαρακτήρα του, αλλά πολλές φορές και με την άρνησή του να επικοινωνεί μαζί τους. Ωστόσο η Χάρις του Θεού τον πρόδιδε, και ήταν εμφανέστατα αισθητή και ολοζώντανα ψηλαφητή στη ζωή του. Όπως είπε, νομίζω ο π. Νεκτάριος, έλεγε ο Γέροντας χαρακτηριστικά: «Το πνεύμα το Άγιον δεν οράται αλλά η Χάρις οράται». Όμως ο ίδιος κουραζόταν από την περίεργη ενασχόληση των άλλων μαζί του και απέφευγε συστηματικά συναντήσεις χωρίς νόημα. Αλλοίμονο στους καλογήρους που έφτασε η φήμη τους στην Αθήνα, έλεγε και πρόσθετε· «με την ευχή του διαβόλου και την κατάρα του Θεού βγήκε το όνομά μου ότι είμαι άγιος και από τότε έχω χάσει την ησυχία μου».
Δεν επεδίωκε, ούτε να εντυπωσιάσει, αλλά ούτε ήθελε να διδάξει τους άλλους. Πολύ περισσότερο δεν το έκανε όταν επροκαλείτο, πολλές φορές επίμονα και αδιάκριτα, από ορισμένους επισκέπτες. Κάποια φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ενώ συζητούσαμε μπροστά στην τζαμαρία, χτύπησε η πόρτα της Καλύβης. Πριν προλάβει ο Γέροντας ν’ ανοίξει, εισέβαλε μία ομάδα νέων, που ήθελαν επίμονα να τον συναντήσουν. Όταν συνειδητοποίησαν ότι ο ίδιος ο παπα-Εφραίμ βρισκόταν μπροστά τους, ο επικεφαλής της παρέας του ζήτησε «να μιλήσει στα παιδιά για να ωφεληθούν πνευματικά». Τότε εκείνος, με καλωσύνη αλλά και σοβαρότητα τους οδήγησε μέχρι την αυλόπορτα και τους έδειξε το μονοπάτι που βγάζει σε κάποιο άλλο Κελλί, πιο ψηλά από το δικό του λέγοντας: «Εγώ δεν ξέρω να σου πω, πηγαίνετε εκεί στον π. Κλήμη. Αυτός έχει το χάρισμα της διδασκαλίας, θα σας πει διάφορα».

[1] Αναλυτικότερα στοιχεία και περιστατικά της ζωής του παπα-Εφραίμ μπορεί ο Αναγνώστης να βρει σε δύο βιβλία που αναφέρονται σ’ αυτόν: α) Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης, γράφτηκε από τη συνοδεία του, έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου Άγιος Εφραίμ, Κατουνάκια Αγίου Όρους 2000, σσ.316 και β) Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο χαρισματούχος Υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, στη σειρά Ψυχωφελή Βατοπαιδινά, αρ, 12, έκδ. Ι. Μονής Βατοπαιδίου 2001,σσ. 204.

Πρεσβύτερος Ανδρέας Αγαθοκλέους Έχει ο Θεός


Μέσα από την απελπιστική κατάστασή του ο άνθρωπος θέλει κάπου να πιαστεί, για να μην απελπιστεί – με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Είναι κακό τούτο; Εκφράζει αδυναμία που παραπέμπει – κατά το Μαρξ – σε ψευδαίσθηση του Θεού;

Μπορεί και να συμβαίνει κι αυτό. Ποιος όμως μπορεί να αρνηθεί ότι υπάρχουν και οι φορές που συνειδητοποιούμε την αδυναμία μας «να κάνουμε κάτι», ώστε να υπερβούμε το αδιέξοδο; Ποιος μπορεί να καυχηθεί ότι όλα έρχονται όπως τα θέλει και ότι με μόνο τις δικές του δυνάμεις και τα δικά του σχέδια καταφέρνει να ξεπεράσει τα αδιέξοδά του;

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος θα πει ότι «αυτός που εγνώρισε την αδυναμία του, αυτός μπόρεσε να γνωρίσει τη δύναμη του Θεού». Στη συντριβή της καρδίας, στη συνειδητοποίηση της αδυναμίας, έρχεται δυναμικά η Χάρις του Θεού, του παντοδυνάμου και αιωνίου Κυρίου μας, και μεταποιεί «τα μη όντα εις όντα», τα τίποτα σε υπαρκτά. Τότε κατανοούμε την ελπίδα αυτών των ανθρώπων, που δεν έγινε η μόρφωσή τους παραμόρφωση, που μπορούν να λεν με σιγουριά, στις δύσκολες και ασέληνες νύκτες της ζωής τους, αυτό το αληθινό «έχει ο Θεός»!

Χριστοκεντρική ή Ανθρωποκεντρική Ζωή;



Γ Κυριακή του Ματθαίου και η ευαγγελική περικοπή ουσιαστική όσο ποτέ άλλοτε προσπαθεί να μας συγκινήσει να αλλάξουμε και να διορθωθούμε από τάσεις ξενικές και αλλότριες. Στη περικοπή ο ευαγγελιστής ψέγει μια διαχρονική νοσηρή τάση των ανθρώπων, τότε των Εθνικών και Ειδωλαλατρών και σήμερα πολλών επηρεαζομένων από την Δύση, που αντί η προτεραιότητα της ζωής τους να είναι ο Χριστός και η δυνατή συνάντηση μαζί Του είναι οτιδήποτε ασήμαντο και πεζό που του δίνει αξία η αρρωστημένη προσκόλληση που μας έγινε και κουλτούρα.
Ο ευαγγελικός τρόπος ζωής που προτείνεται εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια και που πολλοί έγιναν πιστοί ακόλουθοί του με τέλειο παράδειγμα τους Αγίους, αποτελεί μια ζωή ισορροπίας μεταξύ της Ύλης και της Ψυχής. Η Ψυχή, ως το ύψιστο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο είναι ανώτερη απο την Ύλη χωρίς αυτό να σημαίνει πως υποτιμάται η τελευταία. Εκείνο όμως που προσπαθεί να μας δώσει να καταλάβουμε το Ευαγγέλιο αλλά και όλοι οι μετέπειτα υπομνηματιστές του Άγιοι Πατέρες είναι το ποια πρέπει να είναι η θέση της Ύλης στη ζωή μας. Η με μανία μέριμνα για το τι θα φάμε, τι θα πιούμε και με τι θα ντυθούμε, σκιαγραφούν μια συμπεριφορά ανθρώπων που μοιάζουν μόνο χοϊκοί και «ζωικοί». Η γεμάτη από αγωνία, άγχος, και μέριμνα για τα υλικά της καθημερινότητας ζωή σκιαγραφεί έναν τύπο ανθρώπου που στο διάβα της ζωής του αισθάνεται μια «αγχωμένη αυτάρκεια». Μια αυτάρκεια υλική που περιορίζει τη ζωή μόνο στα υλικά και τα γήινα και που δεν αφήνει περιθώρια Πίστης σε κάτι άλλο και που τελικά εγκλωβίζει.

Για αυτό το σημείο, ο ευαγγελιστής αναδεικνύει δύο όμορφες εικόνες από την καθημερινότητα, «των πετεινών του ουρανού» και «των κρίνων του αγρού». Και είναι ίσως η πιο πειστική απάντηση αν προβληματιστούμε σχετικά με την «αμεριμνησία» των πουλιών και των λουλουδιών που τα σκεπάζει η πρόνοια του Θεού. Από την άλλη η ζωή μας νομίζω πρέπει να υπεραπλουστευτεί για να μπορέσει να κατανοήσει αυτό το θαύμα της φύσεως και αυτή την προνοητική ενέργεια του Θεού για όλους μας.